- Κουζέν, Ζαν
- (Jean Cousin). Ονοματεπώνυμο δύο Γάλλων ζωγράφων.
1. Ο πρεσβύτερος (1490; – 1560;). Διακρίθηκε κυρίως στην υαλογραφία. Του αποδίδονται διάφορες υαλογραφίες σε παρισινούς ναούς και ο ζωγραφικός πίνακας Εύα, πρώτη Πανδώρα (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).
2. Ο νεότερος (1522; – 1594;). Ήταν γιος του προηγουμένου. Εργάστηκε επίσης ως γλύπτης, γεωμέτρης και σχεδιαστής. Πολλές φορές συγχέεται με τον πατέρα του. Από τους πίνακες που του αποδίδονται, αυθεντικός φαίνεται να είναι μόνο εκείνος της Δευτέρας Παρουσίας (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι). Στον πίνακα αυτόν, ο Κ. έχει επηρεαστεί από τη φλωρεντινή τεχνοτροπία. Τα πρόσωπα έχουν μορφή μικρογραφίας και η σύνθεση είναι πολύπλοκη. Οι σύγχρονοι τεχνοκριτικοί τα χαρακτηρίζουν ως έργα του πρώτου μεγάλου ζωγράφου της γαλλικής Αναγέννησης. Από τα γλυπτά του έργα, γνωστός είναι ο τάφος του ναυάρχου Σαβό. Ο Κ. έχει να επιδείξει και αξιόλογο συγγραφικό έργο. Δύο βιβλία του, Η προοπτική και Η προσωπογραφία, κυκλοφόρησαν ευρύτατα και δείχνουν ότι ο Κ. είχε μελετήσει τόσο τον Μιχαήλ Άγγελο όσο και τους Φλωρεντινούς καλλιτέχνες γενικότερα.
Η «Δευτέρα Παρουσία», πίνακας του Γάλλου ζωγράφου Zαv Κουζέν του νεότερου (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).
Dictionary of Greek. 2013.